Tuesday, January 30, 2007

Θητεία

Τώρα τις νύχτες
δε γράφω στίχους
δεν ονειρεύομαι
δε τραγουδώ
Σαν παλιός στρατιώτης τις μέρες που του μένουν
Διαγράφω ένα ένα τ' αστέρια
Μέχρι να τελειώσει το φως.

Monday, January 29, 2007

Οικουμενικές συμβάσεις

"Ποιητές, τέκνα του κώδωνος κινδύνου"


Ο ποιητής είναι, εξ ορισμού, ο τέλειος διπλωμάτης, αφού εξωραΐζει, με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, τη βάρβαρη ανάγκη του να ξεσκίζει ένα μουνί και να το πείθει ότι, τούτο και μόνο τούτο, είναι η πεμπτουσία του σύμπαντος.

Thursday, January 25, 2007

Καθρέφτες

Πρωί
Κοιτάζομαι στο καθρέφτη
Μαλλιά καστανά πολλά και μακριά χτενισμένα προς τα πάνω.
Δέρμα χωρίς ρυτίδες λείο αψεγάδιαστο
Φοράω το καινούργιο μου μπλουτζιν
Από ένα κατάστημα στην Αγίας Σοφίας τ' αγόρασα χθες
Σιγοσφυρίζω τραγουδώ
Λίγο φάλτσος μα υποφέρομαι
Παίρνω τα βιβλία μου και ξεκινώ
Η ζωή είναι ωραία

Λιγο αργότερα στο αστικό μια κοπελίτσα άντε να' ναι στα είκοσι
"Παρακαλώ καθίστε"
Χαμογελώντας μου δίνει τη θέση της

Sunday, January 21, 2007

Δικαιοσύνη

Κάθομαι σε μια γωνιά και παρατηρώ την αίθουσα. Είμαι ένα επίπεδο πιο ψηλά κι έχω μια καθαρή εικόνα. Παλιά, αλλά με πολύ ψηλό ταβάνι και πέντε μεγάλα παράθυρα ολόγυρα, που την κάνουν αρκετά φωτεινή. Απ΄ έξω ο συνήθης θόρυβος των αυτοκινήτων, που δεν είναι καθόλου λίγα. Στο βάθος της, απέναντι από τα παράθυρα, έχει μια έδρα, περίπου δυο μέτρα ύψος σε σχήμα Πι με μικρά πόδια, επενδυμένη με καφέ σκούρα φτηνή φορμάϊκα. Φαίνονται οι πλάτες από, πέντε και δυο στα πλάγια, εφτά συνολικά πολυθρόνες,. Ακριβώς μπροστά κι ένα μέτρο μακριά, ένα αναλόγιο μ’ ένα ευαγγέλιο. Πιο πίσω, ένα μέτρο επίσης, ένα παγκάκι ξύλινο και αριστερά και δεξιά απ’ το παγκάκι, δυο μικρότερες έδρες, σα σχολικά θρανία της εποχής μου, πριν το ’75 δηλαδή, αλλά λίγο πιο μεγάλα, κι ακόμη πιο πίσω, σε διάταξη τεσσάρων στηλών, παγκάκια, τέσσερα ή πέντε σε κάθε στήλη. Όλα παλιά και φθαρμένα, άβολα και αντιαισθητικά. Είναι φανερό πώς είναι αίθουσα δικαστηρίου. Έρχομαι συχνά, καθένας και οι διαστροφές του, και παρακολουθώ. Δεν ξέρω τι ακριβώς με φέρνει εδώ. Δικαιοσύνη. Ένα σημαίνον με βαριά σημασία. Ίσως αρέσκομαι στα πομπώδη και στα μεγάλα. Ίσως γιατί θέλω να αισθάνομαι ότι εγώ δεν είμαι σαν αυτούς που δικάζονται, είμαι καλός. Ίσως γιατί εδώ η απόλαυση του πόνου των άλλων, είναι άμεση, χωρίς τη διαμεσολάβηση κάμερας ή φωτογραφικού φακού, ίσως γιατί μ’ αρέσει να βλέπω τη διάψευση των μύθων και των ουτοπιών που κρύβουν οι μεγάλες σημασίες πίσω απ’ τα ελκυστικά σημαίνοντα. Ίσως…Να τώρα πλησιάζει ένας πατέρας και ορκίζεται ότι θα πει την αλήθεια. Ο γιος του χάθηκε σ΄ ένα τροχαίο , στα 25 του. Συνοδηγός στο αυτοκίνητο του φίλου του, είναι ο κατηγορούμενος, βγήκε από το δρόμο έκανε τρεις τούμπες, ο οδηγός βγήκε με γρατζουνιές, ο φίλος του δε βγήκε ποτέ. Δεν ξέρω τίποτε για το τροχαίο λέει ο πατέρας, άκουσα μετά ότι βγήκε ένας σκύλος στο δρόμο, άλλοι μου είπαν ότι κοιμήθηκε κι η φωνή του ραγίζει προσπαθεί όμως και δεν θέλω την ποινική δίωξη του κατηγορούμενου αν και δεν ήρθε ούτε να με δει, τελειώνει, την ίδια στιγμή που μια νεαρή στο βάθος της αίθουσας, αδελφή ίσως, κλαίει. Ο κατηγορούμενος με το κεφάλι σκυμμένο ακούει τον πατέρα και μετά μια μάρτυρα που λέει άκουσα ένα θόρυβο και είδα το αυτοκίνητο να κάνει τούμπες μέσα στο δρόμο, όχι δεν είδα σκύλο ήμουν σοκαρισμένη κι έπειτα ο κατηγορούμενος με τη φωνή του τσακισμένη και καταπίνοντας με δυσκολία τους κόμπους στο λαιμό του πονάω που χάθηκε ο φίλος μου, που χάθηκε με το αυτοκίνητο που οδηγούσα εγώ, που δεν ήμουν εγώ στη θέση του, έχω τύψεις, έχω την ευθύνη, είδα το σκύλο στα 100 μέτρα στην άκρη του δρόμου ξαφνικά άρχισε να τον διασχίζει δεν φρέναρα φοβήθηκα τα αυτοκίνητα πίσω μου προσπάθησα να τον αποφύγω μου έφυγε το αυτοκίνητο, μα η μάρτυρας δεν είδε σκύλο επιμένει ο πρόεδρος θα τον είχε δει ήταν απέναντι, είμαι ψηλά και βλέπω καθαρά τον εισαγγελέα να κάνει μια αδιόρατη γκριμάτσα δυσφορίας ύστερα από λίγο αγορεύει αργά χωρίς χειρονομίες εκφράζει τη λύπη του για το θάνατο κατανοεί την συντριβή του κατηγορούμενου ναι μπορεί να υπήρξε ο σκύλος έστω κι αν δεν τον είδε η μάρτυρας λέει κανείς δε συγκρατεί στη μνήμη του ένα σκύλο σ΄ ένα πλάνο όπου ένα αυτοκίνητο κάνει τούμπες μέσα στο δρόμο ένοχος, προτείνει, το ίδιο λέει και το Δικαστήριο, ένα χρόνο φυλακή και το εκκλησίασμα διαλύεται. Δικαιοσύνη. Σας είπα τα βλέπω από ψηλά και σκέφτομαι την εικόνα. Ένα αυτοκίνητο με δυο νέους που ίσως κουβεντιάζουν, ο οδηγός βλέπει το σκύλο, δε κάνει καμιά σκέψη, ίσως κι ο συνοδηγός το ίδιο, μιλάνε για τις κοπέλες τους, για το βράδυ τους για τις δουλειές τους για οτιδήποτε μπορεί να μιλάνε δυο νέοι άνθρωποι, τη ίδια στιγμή που στο πλάι του δρόμου μια γυναίκα μαζεύει τα σκουπίδια , γαμώτο κωλόσκυλο λέει ή απλά σκέφτεται ο οδηγός κάνει ελιγμό το αυτοκίνητο αναποδογυρίζει η γυναίκα σηκώνει το κεφάλι της ο σκύλος περνάει απέναντι αδιάφορος για όλα αυτά τα ασθενοφόρα η αστυνομία ο τσακισμένος πατέρας ο συντριμμένος κατηγορούμενος η ενοχή η ποινή η ενοχή η ενοχή η ενοχή και με τα κεφάλια σκυμμένα φεύγουν όλοι με τα κεφάλι σκυμμένα για πάντα. Φεύγουν και οι δικαστές ο ρόλος του ολοκληρώθηκε δεν ξέρω τι σκέφτονται αν είναι ικανοποιημένοι λυπημένοι προβληματισμένοι δεν ξέρω δεν τους βλέπω δεν ακούω τι λένε μόλις κατεβαίνουν από τη σκηνή ίσως δεν έχει και σημασία ίσως και να έχει δεν ξέρω. Μένω λίγο ακόμη στη θέση μου, εκεί λίγο πιο ψηλά από το δάπεδο, ίσως δυο μέτρα ψηλότερα και σκέφτομαι και τώρα τι άλλαξε τι θα ήταν διαφορετικό αν δεν είχε παιχτεί η παράσταση της δικαιοσύνης τι ευθύνη να καταλογίσεις σ’ ένα σκύλο ίσως το μόνο που έμεινε ήταν η διάσωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας μέσα στο βαθύτερο πόνο δεν επιθυμώ την ποινική δίωξη του κατηγορούμενου είπε ο πατέρας και στάθηκε πιο ψηλά από μένα που ήμουν στην αίθουσα πιο ψηλά από του δικαστές πιο ψηλά από την αίθουσα πιο ψηλά από τη Δικαιοσύνη. Δεν θέλω την ποινική δίωξη είπε ο πατέρας και γύρισε στη θέση να σκουπίσει τα δάκρυα του.
Έρχομαι συχνά σ’ αυτή την αίθουσα κι αν τύχει θα σας πω κι άλλη φορά για τη δικαιοσύνη και τους ανθρώπους, όπως τη βλέπω απ’ τη γωνιά που κάθομαι στην αίθουσα, λίγο πιο ψηλά από τους άλλους.

Thursday, January 18, 2007

Μάθημα Βιολογίας

Σκόνη παντού.
Στις καρέκλες, στο γραφείο, στις βιβλιοθήκες.
Παντού.
Και στον αέρα που ανασαίνω.
Τρυπώνει παντού και τρόπος να την αποκλείσεις
Κανένας.
Θάνατος παντού.
Κύτταρα νεκρά.
Υπόμνηση μιας αδήριτης ματαιότητας.
Μοιρα αναπότρεπτη.
Σκόνη.

Wednesday, January 17, 2007

Επιθυμία

Οταν θα 'ρθει να με βρει να είναι σα κύμα αιφνίδιο, που τους αμέριμνους της αμμουδιάς τρομάζει, αλλά μεγάλο, με μιας να με παρασύρει στο σκοτεινό του βυθό και να με παραδώσει στη άχρονη Ατλαντίδα της αιώνιας αφωνίας.

Friday, January 12, 2007

Παρασκευή και παρ' ολίγο 13

Το ρολόι μου έδειχνε 11 όταν μπήκα στο γραφείο. Ολα ήταν στη θέση τους, δυστυχώς. βαριέμαι αφόρητα. Αποφεύγω ακόμη και να ρίξω το βλέμμα μου στα στοιβαγμένα χαρτιά. Κ. "τυχάρπαστε" μερικές υπογραφές και κάτι χαρτιά για συσχέτιση μου λεει μια υπάλληλος. Βάζω τη μισή μου υπογραφή (όταν ήμουν νέος μου άρεσε να τη βλέπω, ήταν το καλύτερο εικαστικό μου δημιούργημα, τώρα μου φαίνεται μεγάλη και την κόβω.) Βγαίνει κι ανάβω ένα τσιγάρο. Σε λίγο πρέπει να φυγω πάλι κι αυτό εξανεμίζει και την τελευταία πιθανότητα να δικαιολογήσω σήμερα τα χρήματα που μου δίνουν. Ανοίγω το πισι και ξεφυλλίζω μερικά μλογκς. Τυχερός. Κέρδισα μια βόλτα με το γερανό που φροντίζει να γεμίσει τσιμέντο το ανοιχτό χώρο που υπάρχει κάπου μπροστά μου. Ο καλός μας Δήμαρχος (της Σαλονίκης) που μας αξίζει, σκέφτηκε να κτίσει ένα μεγάλο σπίτι για να στεγάζεται με άνεση ο ίδιος, οι μελλοντικοί όμοιοι του, που σχεδόν νομοτελειακά θα μας αξίζουν επίσης, καθώς και η ταλαιπωρία των δημοτών. Ας είναι. Μας αξίζει και θα το απολαύσουμε. Κέρδισα, λοιπόν, μια βολτα. Μου την πρόσφερε η jojo. Δυστυχώς δε μπορώ τα ύψη, ή μάλλον και τα ύψη, έστω κι αν από κει θα έβλεπα καλύτερα την παραλία της Σαλονίκης. Συνεχίζω το ξεφύλλισμα. Η jojo έχει ένα σωρό φίλους. Το ξεφύλλισμα έχει μεγάλη ποικιλία. Πολιτικά, προσωπικά, ποιήματα, ποιητικά, φωτογραφίες, ενδιαφέροντα και αδιάφορα. Τι σπρώχνει όλους αυτούς τους ανθρώπους να εκθέτουν κάτι απ' τον εαυτό τους άραγε; Τι σπρώχνει εμένα να σημειώνω τούτες τις γραμμές εδώ; Άραγε πόσοι απ' αυτούς θα συνέχιζαν να γράφουν, αν για πολύ καιρό κανείς δεν έγραφε δυο αράδες κάτω από το κείμενό τους, συνήθως αδιάφορες και άσχετες μ' αυτό; Περίεργο. Περίεργα ελκυστική και η οικειότητα που αποτυπώνεται στα σχόλια. Η jojo π.χ πρέπει να βρίσκεται σε μικρή ακτίνα από μένα. Ισως και να συναντιόμαστε τυχαία, ρίχνοντας ο ένας στο άλλο εκείνη τη γνωστή αδιάφορη ματιά των ανθρώπων που συναντιούνται συνεχώς στη πόλη, τη ματιά που βλέπει χωρίς νας βλέπει, ίσως και να έχουμε βριστεί γιατί πήραμε τη διπλανή λωρίδα μπροστά στο Βασιλικό χωρίς φλάς, ή σταματήσαμε στο περίπτερο για εφημερίδα κλείνοντας άλλη μια λωρίδα του δρόμου ή μόλις για ένα δεύτερο του λεπτού προλαβαμε μια άδεια θέση για παρκάρισμα, ή μόλις πριν λίγο να παραχωρήσαμε την προτεραιότητά μας, σ' ένα καφέ, σ' ένα ψιλικατζίδικο, σε μια τράπεζα. Κι όμως όλα αυτά δε σημαίνουν τίποτα. Δε σχετίζονται ούτε κι ως φευγαλέα σκέψη με το τα τέσσερα γραμματάκια που καθορίζουν ένα "συνομιλητή" στο δίκτυο, έναν άνθρωπο που μας αφήνει μια χαραμάδα να ρίξουμε μια ματιά στη σκέψη του, στο χώρο του, στη ζωή του. Ισως αυτό το γεγονός, αυτή η ηδονοβεπτική διάσταση του μπλογκ, το κάνει ενδιαφέρον. Βλέπεις τον άλλο γυμνό, με τον ίδιο τρόπο που παρατηρείς αυτό που συμβαίνει στο απέναντι παράθυρο. Και δεν έχει σημασία που στο μλογκ κάποιος εκτίθεται εν γνώσει του γεγονότος ότι κάποιοι θα τον δουν. Απ' τη στιγμή που το "κάποιοι" είναι απροσδιόριστοι, είναι άγνωστοι και ως άγνωστοι αποτελούν το ένα σκέλος της ηδονοβλεπτικής διαδικασίας, αυτής του παρατηρητή. Το ενδιαφέρον αυξάνει προφανώς γιατί ο καθένας μπορεί να ενσαρκώνει τους δυο πόλους ταυτόχρονα, παρατηρητής και παρατηρούμενος. Όπως και να ΄χει το πράγμα, έχει το γούστο του.

Saturday, January 6, 2007

Μια κουβέρτα κι ένα βιβλίο

Δε μπόρεσα να κοιμηθώ το μεσημέρι. Στριφογύριζα στο κρεβάτι όπως οι σκέψεις στο μυαλό μου. Σκέψεις που γέννησε το τέλος του βιβλίου που διάβαζα. Σκέψεις στο κεφάλι και ένταση στο στομάχι. Σηκώθηκα λίγο αργότερα και την πλήρωσαν τα χόρτα στα παρτέρια με τις τριανταφυλλιές. Ανάμεσα στα άλλα που έφερε στο μυαλό μου το βιβλίο του Αλεσσάντρο Μπαρίκκο ("Χωρίς αίμα") ήταν και η πίκρα για μια απώλεια των τελευταίων χρόνων. Ασήμαντη, όταν τη λέω φωναχτά. Απώλεια μιας εικόνας, μιας αίσθησης μάλλον, που κουβαλούσα από παιδί και είχε να κάνει με το μεσημεριανό ύπνο τις χειμωνιάτικες μέρες.
Καθώς ο ύπνος βαραίνει τα μάτια μου και το κορμί αρχίζει να κρυώνει, ίσως και να κοιμάμαι ώρα πια, και η ανατριχίλα του κρύου με σπρώχνιε να ξυπνήσω, μπαίνει η μάνα μου και με σκεπάζει με μια κουβέρτα. Τούτη η αίσθηση ζωντάνευε κάθε φορά που, ενήλικος πια, βρισκόμουν στην ίδια κατάσταση. Καθώς το κορμί μου άρχιζε να κρυώνει παραδομένο στον ύπνο με τύλιγε η αναμονή της μάνας μου που θα με σκεπάσει. Και κάθε που είχα συνείδηση αυτής της αίσθησης είχα την γλυκειά ψευδαίσθηση, ότι είμαι παιδί, ότι δεν υπήρξε ο χρόνος που μεσολάβησε. Το απολάμβανα. Ηταν μια κατάσταση που με συνέδεε με τις αρχές της ζωής μου και μου χάριζε γαλήνη και ευτυχία, έστω κι αν την επόμενη στιγμή, είτε η γυναίκα μου που με σκέπαζε είτε το κρύο που με ξυπνούσε, μου θύμιζε ότι δεν ήμουν πια παιδί. Είναι μερικά χρόνια τώρα, όχι περισσότερα από πέντε, που αυτή η γλυκειά αίσθηση δεν μ' επισκέπτεται. Το θυμήθηκα σήμερα από το τέλος του βιβλίου καθώς η ηρωίδα του, ηλικιωμένη πια, κοιμάται ακουμπισμένη στην πλάτη ένος άνδρα που σχετίζεται με τον τρόμο της παιδικής της ηλικίας, τρόμο που γέννησε η εκτέλεση του πατέρα της και του αδελφού της από τον νεαρό τότε άνδρα και τους συντρόφους του, άντρα ο οποίος, στα είκοσί του χρόνια, όταν την βλέπει κουλουριασμένη σε μια καταπακτή, δεν την εκτελεί, ούτε αποκαλύπτει την ύπαρξη της στους υπόλοιπους, αλλά κατεβάζει το σκέπασμα της καταπακτής και φεύγει. Δεν ξέρω γιατί αυτό έφερε στο μυαλό μου την απώλεια της γλυκιάς αίσθησης της κουβέρτας που η μάνα μου άπλωνε πάνω μου. Ισως γιατί η αίσθηση αυτή καταργούσε τον τρόμο του χρόνου, τον τρόμο του θανάτου, καθώς με γυρνούσε πίσω στην ασφάλεια του παιδιού, στην ασφάλεια της προστασίας, στην ασφαλεια της αδιαμόρφωτης αλλά παρούσας σκέψης, ότι εδώ τίποτα απ' αυτά δεν με αφορά, δεν μπορεί να με πειράξει.
Οσο για το βιβλίο -100 σελίδες όλες κι όλες- θα μπορούσε, ακόμη κι αν μέχρι σήμερα δεν είχα πιάσει βιβλίο στα χέρια μου, να με κάνει φανατικό αναγνώστη. Ελάχιστες φορές ένιωσα μετά το τέλος ενός βιβλίου, ότι τίποτα δεν περίσσευε και κυρίως ότι τίποτε περισσότερο δε χρειαζόταν. Συναρπαστικό.

Thursday, January 4, 2007

ΕΥΧΕΣ ΚΙ ΕΝΑ ΤΡΟΧΑΙΟ

Παραμονή πρωτοχρονιάς γύρω στις 11.00 χτυπάει το τηλέφωνο. Ακούω τη Χρυσούλα να απαντά ενώ δουλεύω στο πισι. Απ' τη φωνή της καταλαβαίνω πως κάτι δυσάρεστο συμβαίνει. Περιμένω. "Ο Κοσμάς ( ο αδελφός της- ο κουνιάδος μου) τράκαρε΄. Έσπασε το πόδι του. Πρέπει να πάμε". Δέκα λέξεις ήταν αρκετές για ναεξαφανισουν το ευφρόσηνο κλίμα των ημερών. Ντυνόμαστε σιωπηλοί και ξεκινάμε. "Στον Αγιο Παύλο" μου λεει στο δρόμο. Φτάνουμε μετά από λίγο. Ένας φίλος μας καθησυχάζει. "Εντάξει, μόνο το δεξί του πόδι έχει σπάσει. Θα χειρουργηθεί την Τετάρτη. Ο μαλάκας είχε πιει και στις έξι η ώρα το πρωί έπεσε πάνω σ' ένα λεοφωρείο, στην Εγνατία". Μπαίνουμε στο δωμάτιο. Μπαταρισμένο πόδι, κουρασμένο πρόσωπο που συσπάται πότε πότε απ' το πόνο. Το αλκόλ τον βοηθάει ακόμη να τον αντέχει. Βγαίνω στο διάδρομο. Ο φίλος είναι εκεί. "Κάποιος πρέπει να του μιλήσει να σταματήσει τις μαλακίες" μου λέει. "Δε χρειάζονται λόγια" του απαντώ. "Ο άνθρωπος αυτός θέλει αγάπη" λέω καθώς τον έχω ακόμη στα μάτια μου την εικόνα του λίγο πριν βγω απ' το δωμάτιο, να κρατάει το χέρι της μάνας του την ώρα που προσπαθεί να αντέξει το πόνο.
Αποσυνάγωγος ο Κοσμάς. Χωρισμένος εδώ και 18 μήνες βιώνει τον αποκλεισμό του ανθρώπου που έσφαλε, είτε γιατί φταίει πράγματι είτε γιατί αποδίδει στους άλλους πράγματα και σκέψεις που δεν έχουν. Οι γονείς, πικραμένοι, εκφράζουν την αποδοκιμασία τους με διάφορους τρόπους πιστεύοντας ότι έτσι θα τον συνετίσουν. Τα αδέλφια τον αγαπούν αλλά δεν ξέρουν πως να του το δείξουν. Οι φίλοι τον αντιμετωπίσουν συγκαταβατικά και όχι σπάνια εκφράζουν την αποδοκιμασία τους. Τα παιδιά του θυμωμένα του φορτώνουν την ταραχή τους, τα μόνο απόλυτα δικαιολογημένα, αφού τους είναι αδύνατο να καταλάβουν. Κι ο Κοσμάς πίνει, πίνει περισσότερο απ' όσο του αρκεί για να χαλαρώσει, πίνει πολύ γιατί το αλκοόλ δε διώχνει την κατάθλιψη, την επιτείνει. Έπινε και πριν. Τίποτα δε γίνεται από τη μια μέρα στην άλλη. Καλό παιδί, φιλότιμο. Τον ξέρω από τα 15 του χρόνια. Οικογενειάρχης από πολύ νωρίς, χρεώθηκε την πατρικήεπιχείρηση. Εμπόριο. Λίγο ο χαβαλές του, λίγο το περίσσευμα του φιλότιμου, λίγο το ότι "εμπόριο είναι αυτό" έφεραν το τέλος της. Το βάρος της αποτυχίας εκεί γύρω στα 40 του τον γονάτισε. Την αποδοκιμασία που εισέπρατε ή που νόμιζε ότι του απηύθυναν την πρόβαλε στο σπίτι του. Αισθανόταν να του αντιγυρίζουν όλοι μια εικόνα άθλια. Δεν ήθελε πολύ για να κλείσουν οι δρόμοι της κατανόησης, της συννενόησης και της αγάπης. Και χώρισε. Αποσυνάγωγος και πίνει και είναι, ευτυχώς, μόνο με το ένα πόδι σπασμένο. Και πονάει γιατί ο μεγάλος του γιος εμφανίζεται τρεις μέρες μετά αφού χειρουργήθηκε και με κόπο και με δαγκωμένα τα χείλη από τον πόνο ανασηκώνεται προσπαθώντας να φτάσει το κεφάλι του αμήχανου παιδιού και να το χαϊδέψει. Πονάει. Πονάει πολύ. Και οι ευχές των ημερών έμειναν σαν κακομαθημένα παιδιά που μας βγάζουν κοροιδευτικά τη γλώσσα.
Περαστικά σου Κοσμά.

Monday, January 1, 2007

Καλώς ήρθα

Γενάρης του 2007. Απίστευτο κι όμως πρέπει να το αντέξω. Νομίζω πως ήταν χτες που όταν σκεφτόμουν το 2000 μου φαινόταν τόσο μακρινό, που έμοιαζε με επιστημονική φαντασία και το 2007 δεν υπήρχε καν στο γνωστικό μου πεδίο. Ας είναι. Θα συγχωρέσω το τύπο που ξεφυλλίζει τις σελίδες.Έτσι κι αλλιώς και να φωνάξω και να θυμώσω και να κλάψω και να το ρίξω στις γαλιφιές και να τον δωροδοκήσω κι οτιδήποτε να σκεφτώ, δεν πρόκειται να αλλάξω τις συνήθεις αυτού του αγύριστου κεφαλιού. Ετσι θα διαλέξω την μεγαλοθυμία. Ας είναι συχωρεμένος. Ομως κάτι πρέπει να κάνω για να διαφοροποιήσω τούτο το νουμεράκι, 2007, που μπήκε στη ζωή μου απ' όσα άφησα πίσω μου. 55.000.000 μπλόγκερς σ' όλο το κόσμο διαβάζω δεξιά αριστερά και ας ψάξω ρε αδερφέ μήπως και κάτι γίνεται και δεν έχω μυρωδιά. Το πιτσιρίκο να δεις μου λεει ο Πάνος, φίλος καλός και ενημερωμένος, πολύ καλός. "Μα μ' ένα πιτσιρίκο θα ασχολούμαι" σκέφτομαι, αλλά ας του κάνω το χατήρι. Πιτσιρίκος, λοιπόν, αλλά με πολύ μυαλό, διαπιστώνω, όταν επισκέπτομαι το μπλοκ. "Σκέψου να μεγαλώσει κιόλας τι έχει να γίνει" προσθέτω μόνος, γιατί οι μισές σκέψεις μου τη ψιλοδίνουν. Ανεβοκατεβάζω τη μπάρα και χτυπώ με το ποντίκι μια στο καρφί και μια στο πέταλο. Η ώρα περνά χωρίς να το καταλάβω και να 'μαι και σε ένα μπλογκ μιας γάτας. "Ελεος" σκέφτομαι. "Τόσο πίσω είμαι; Εδώ ακόμη και η γάτες έχουν μπλογκ, κι εγώ δεν ήξερα ούτε ότι υπάρχουν" Και τι γάτα! Μου έκανε συμπαθή ακόμη και το Νίκο Δήμου. Μακάρι να είχα κι εγώ μια τέτοια γάτα. Και με την ευκαιρία πού να βρίσκεται άραγε η γάτα μου, ο Αντώνης, είχε γεννήσει, μου άφησε ένα από τα γατάκια του και εξαφανιστηκε, ελπίζω να γυρίσει, εδώ στα χωράφια που ζω συμβαίνει τακτικά να λείπει για εξερευνήσεις, αλλά τώρα το παρατράβηξε κι ανησυχώ. Τέλος πάντων, αν η γάτα μου είχε το μισό πνεύμα απ' αυτό της γάτας του Δήμου θα μπορούσα να κάνω σουξέ στα μπλογκς. Συνεχίζω το σκάλισμα...πω πω χαμός καλστόβρακα, old boys, τα μυστικά του κόλπου -είναι και γείτονες αυτοί γιατί μιλούν για τον ίδιο κόλπο που ευθύνεται για την υγρασία που έχω στο σπίτι μου καμιά δεκαριά χιλιόμετρα ανατολικότερα- πέστά όλα, πεστα λίγα, άνδρες γυναίκες παιδιά, στα αρματα στα άρματα εμπρός στον αγώνα, ωχ συγνώμη με παραπήρε ο ενθουσιασμός, καλή χρονιά, θα μείνω κι έγώ εδω, πλάκα έχει το πράγμα...αλλά όμως πρέπει να βρω αναγνώστες. Εδώ είναι ο κόμπος. Μαλλον το κόλπο είναι ν' αρχίσω με καμιά διαφήμηση στον extrasporτ, να τους πω ότι είμαι παοκσής κι εχω λύση έτοιμη για το γούμενο και τον προηγούμενο και να τρέξουν να με διαβάσουν και μετά σιγά σιγά να μπαινω στους πιστισρίκους - οι πιτσιρίκοι ειναι του χεριού μου, αφού κοντεύω να ξεχάσω ποιον αιώνα ήμουν κι εγώ ένας απ' αυτούς- και στή γάτα του Δήμου και σε κανέναν άλλο, να χτυπάω καμιά καλή ατακα και ν' αφήνω και την πρόσκληση μου, να επισκεφθούν και το δικό μου τετραδιάκι, είμαι καλός, δεν θα χάσετε και τέτοια...εε σιγά σιγά όλο και κάτι θα μαζέψω, i hope. Αλλά μέχρι τότε ας πάρω το Πάνο ένα τηλέφωνο να μπει να με διαβάσει να μαι σίγουρος ότι δεν έγραψα όλα αυτά για να διαβάσω απλά τις σκέψεις μου. Καλή τύχη Τυχάρπαστε.