Saturday, January 6, 2007

Μια κουβέρτα κι ένα βιβλίο

Δε μπόρεσα να κοιμηθώ το μεσημέρι. Στριφογύριζα στο κρεβάτι όπως οι σκέψεις στο μυαλό μου. Σκέψεις που γέννησε το τέλος του βιβλίου που διάβαζα. Σκέψεις στο κεφάλι και ένταση στο στομάχι. Σηκώθηκα λίγο αργότερα και την πλήρωσαν τα χόρτα στα παρτέρια με τις τριανταφυλλιές. Ανάμεσα στα άλλα που έφερε στο μυαλό μου το βιβλίο του Αλεσσάντρο Μπαρίκκο ("Χωρίς αίμα") ήταν και η πίκρα για μια απώλεια των τελευταίων χρόνων. Ασήμαντη, όταν τη λέω φωναχτά. Απώλεια μιας εικόνας, μιας αίσθησης μάλλον, που κουβαλούσα από παιδί και είχε να κάνει με το μεσημεριανό ύπνο τις χειμωνιάτικες μέρες.
Καθώς ο ύπνος βαραίνει τα μάτια μου και το κορμί αρχίζει να κρυώνει, ίσως και να κοιμάμαι ώρα πια, και η ανατριχίλα του κρύου με σπρώχνιε να ξυπνήσω, μπαίνει η μάνα μου και με σκεπάζει με μια κουβέρτα. Τούτη η αίσθηση ζωντάνευε κάθε φορά που, ενήλικος πια, βρισκόμουν στην ίδια κατάσταση. Καθώς το κορμί μου άρχιζε να κρυώνει παραδομένο στον ύπνο με τύλιγε η αναμονή της μάνας μου που θα με σκεπάσει. Και κάθε που είχα συνείδηση αυτής της αίσθησης είχα την γλυκειά ψευδαίσθηση, ότι είμαι παιδί, ότι δεν υπήρξε ο χρόνος που μεσολάβησε. Το απολάμβανα. Ηταν μια κατάσταση που με συνέδεε με τις αρχές της ζωής μου και μου χάριζε γαλήνη και ευτυχία, έστω κι αν την επόμενη στιγμή, είτε η γυναίκα μου που με σκέπαζε είτε το κρύο που με ξυπνούσε, μου θύμιζε ότι δεν ήμουν πια παιδί. Είναι μερικά χρόνια τώρα, όχι περισσότερα από πέντε, που αυτή η γλυκειά αίσθηση δεν μ' επισκέπτεται. Το θυμήθηκα σήμερα από το τέλος του βιβλίου καθώς η ηρωίδα του, ηλικιωμένη πια, κοιμάται ακουμπισμένη στην πλάτη ένος άνδρα που σχετίζεται με τον τρόμο της παιδικής της ηλικίας, τρόμο που γέννησε η εκτέλεση του πατέρα της και του αδελφού της από τον νεαρό τότε άνδρα και τους συντρόφους του, άντρα ο οποίος, στα είκοσί του χρόνια, όταν την βλέπει κουλουριασμένη σε μια καταπακτή, δεν την εκτελεί, ούτε αποκαλύπτει την ύπαρξη της στους υπόλοιπους, αλλά κατεβάζει το σκέπασμα της καταπακτής και φεύγει. Δεν ξέρω γιατί αυτό έφερε στο μυαλό μου την απώλεια της γλυκιάς αίσθησης της κουβέρτας που η μάνα μου άπλωνε πάνω μου. Ισως γιατί η αίσθηση αυτή καταργούσε τον τρόμο του χρόνου, τον τρόμο του θανάτου, καθώς με γυρνούσε πίσω στην ασφάλεια του παιδιού, στην ασφάλεια της προστασίας, στην ασφαλεια της αδιαμόρφωτης αλλά παρούσας σκέψης, ότι εδώ τίποτα απ' αυτά δεν με αφορά, δεν μπορεί να με πειράξει.
Οσο για το βιβλίο -100 σελίδες όλες κι όλες- θα μπορούσε, ακόμη κι αν μέχρι σήμερα δεν είχα πιάσει βιβλίο στα χέρια μου, να με κάνει φανατικό αναγνώστη. Ελάχιστες φορές ένιωσα μετά το τέλος ενός βιβλίου, ότι τίποτα δεν περίσσευε και κυρίως ότι τίποτε περισσότερο δε χρειαζόταν. Συναρπαστικό.

2 comments:

jojo said...

ακούγεται πολύ ενδιαφέρον.
θα το΄χω κατα νού στην επόμενη αναζήτηση βιβλίου.

πάντως, είναι πολύ προσωπικό θέμα το τι θα σε συναρπάσει σε αυτό που διαβάζεις και σε ποιο σημείο θα ταυτιστείς, ανάλογα με τα προσωπικά σου βιώματα...

tyharpastos said...

jojo σ' ευχαριστώ που με θυμάσαι
Πράγματι κάθε ανάγνωση ξαναγράφει το βιβλίο και η δική σου σαφώς θα είναι διαφορετική απ΄τη δική μου.
Πάντως θα συστήσω αυτό το βιβλίο χωρίς κανένα ενδοιασμό σε φίλους.
Έκδοση του Πατάκη.
Αν δοκιμάσεις πιστεύω πως δεν θα χάσεις..