Tuesday, March 27, 2007

Το Στάδιο

Στάθηκε πίσω από το τζάμι και κοίταξε έξω. Έβρε­χε πάλι. Όπως χθες, σκέφτηκε, και προχθές και πριν λίγο που είναι Μάιος του 77 κι αυτός είναι ακόμη μαθητής στην τελευταία τάξη του εξαταξίου και ετοιμάζεται για τις εξετάσεις για τα Πανεπιστήμια και κάνει κοπάνα απ' το φροντιστήριο, το "Νέο Θεωρητι­κό" στην Πρίγκηπος Νικολάου, πλάι στο εστιατόριο, το "Χρυσό Παγώνι", όπου αργότερα του άρεσε να τρώει πατάτες με κιμά και ν' αναρωτιέται αν τα γκαρσόνια είχαν προλάβει και τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, και μετά τσόντα σε κινηματογράφο στο Βαρδάρη, με τον Γιώργο Π, μαζί από έξι χρόνων στα σχολεία, τώρα είναι φούρναρης στο χωριό, παντρεμένος και πατέρας, συντροφιά με μια πληγή απ' τα χρόνια του γυμνασίου, για την κοπελίτσα, ένα θρανίο πιο μπρο­στά στην διπλανή σειρά, Τασούλα τη λέγανε, κι ήταν γλυκειά, δεν βλέπονται συχνά, μα τα χρόνια της αθωότητας, της εφηβείας, των φόβων και των πρώτων ερώτων κάτι έχουν αφήσει παρακαταθήκη και από καιρό σε καιρό το ποτίζουν με λίγη ρετσίνα, μη και ξεραθεί, και ο άλλος Γιώργος, Π κι αυτός, έξι χρόνια μαζί στο γυμνάσιο, υπάλληλος τώρα με δυο παιδιά από τον έρωτα της ζωής του, την Κατερίνα, που άνθισε όντας μαθητές κι οι δυο τους, χάθηκαν τώρα έστω κι αν τα λένε καμιά φορά, κι είναι εφτά τ' απόγευμα και ξεκινάνε από το Βαρδάρη για το στάδιο, κι αρχίζει να βρέχει, μπόρα καλοκαιριάτικη κ' η πόλη γυαλίζει, Αντωνίου Καμάρα για κάποιο μπουφάν, ο Τάσος όμως λείπει, και πάλι στο δρόμο με τα πουκάμισα να στάζουν, και μια ώρα πριν τα μεσάνυχτα, μετά το παιγνίδι, Ελλάδα - ΕΣΣΔ 1-0 με ένα γκολ από κεφαλιά ψαράκι του Παπαϊωάννου, μού­σκεμα μέχρι το κόκαλο και κάθεται παγωμένος στην καρότσα του DATSUN ενός συγχωριανού και φτάνει στον Φοίνικα κι από κει ταξί για το χωριό, τώρα φα­ντάξει τρελό, τότε φυσικό, επιβεβαίωση ελευθερίας και ανεξαρτησίας, και η πόλη, α! η πόλη, τι γοητεία, τι περίεργη ευτυχία να αισθάνεται ότι μπορεί να κυκλο­φορεί στους δρόμους αυτής της απέραντης πόλης, θά­λασσα ατέλειωτη, θάλασσα και βρέχει, και τον καλεί και πάλι στη μαγεία, όπως και τότε, ταλαντεύεται, θέ­λει να πάει, θέλει να βυθισθεί, δεν το κάνει όμως, ο βαρδάρης είναι μακριά, πολύ μακριά, κι ας αισθάνε­ται σαν τότε, η ελευθερία γραμμάτιο που έχει εξοφλη­θεί, και τη μαγεία πρέπει να τη ρουφά κρυφά σαν ου­σία απαγορευμένη, με δικαστές και αστυνόμους έτοι­μους να τον φυλακίσουν, αν τύχει να τον δουν να πε­τάει, να πετάει προς τα πίσω, στην Κέρκυρα, στην εκ­δρομή της έκτης του Γυμνασίου, βρέχει απ' το πρωί ασταμάτητα, δεν είναι πρόβλημα όμως, κανείς δεν δείχνει να νοιάζεται, τα φλας μπερδεύονται με τις α­στραπές, ο Γ, η Β, η Φ, ο Τ, ο Γυμναστής, η Α που ό­πως του είπαν τον αγαπούσε, δεν ήταν όμορφη, μα με κάποιο τρόπο του άρεσε, ίσως τον κολάκευε η αγάπη της, χάθηκαν πια, πάνε πολλά χρόνια που δεν την εί­δε, ούτε καν άκουσε, θέλει όμως να την δει, καθώς και μερικούς ακόμη από κείνη την εκδρομή, βρέχει μέχρι που να γυρίσουν, βρέχει και κάθεται στο γραφείο του, «του», τέλος πάντων, είναι στιγμές που αισθάνεται ενοχές γιατί διέψευσε τις προβλέψεις όλων που έβλεπαν λαμπρή την οδό, έξυπνος, ετοιμόλογος, ευφυής, στα δέκα επτά του στη Νομική, όμορφος που ήταν ο πρώ­τος μήνας, Σεπτέμβριος ή Οκτώβριος, δεν θυμάται πια, ο θείος του που τον φίλησε μέσα στο δρόμο και κείνος ο καλός φίλος του ο Ηλίας, μεγαλώσανε στην ίδια γειτονιά, στον κήπο του δημοτικού σχολείου, ορ­φανός εκείνος από μικρός, χάθηκαν εντελώς, παρά την τόση παρέα ο χρόνος στάθηκε σκληρός, κρίμα, που τον σταμάτησε και τον φίλησε στην πλατεία του χωριού, κι η μάνα του έλαμπε από χαρά και το δειχνε κι ο πατέρας του, α! ο πατέρας του όλη του τη ζωή σκυμμένος στα χωράφια του, θυσία η ζωή στα γράμματα, στα γράμματα που ποθούσε και δεν έμαθε, δεν γέλασε, δεν χόρεψε, ούτε καν τον φίλησε, μα όσοι είχαν μάτια έβλεπαν να λάμπει, ναι η βροχή φταίει για το υγρό του πρόσωπο και η ψυχή του που θέλει πότισμα, δίσταζε πάντα να βραχεί και να ποτίσει, άν­δρας γαρ, δυνατός, δυνατός τόσο που όταν τα νεύρα του τεντώνουν δεν κλαίει πια, αλλά δέρνει το γιο του γιατί στα τέσσερα του χρόνια εννοεί να είναι τόσο και όχι 44, και μετά στο μπαλκόνι του βλέπει τη βροχή και μουσκεύει το πρόσωπο του, και όλο το απόγευμα δεν μιλάει και το βράδυ, όταν μπαίνει στο δωμάτιο του παιδιού, αυτό, θαρρείς για να τον τιμωρήσει, έχει κοιμηθεί, και λίγο αργότερα βρέχει πάλι και είναι πρωτοετής και περιμένει κάτω από ένα μπαλκόνι, στο φροντιστήριο ΣΥΓΧΡΟΝΟ, στην Τσιμισκή, στην ΧΑΝΘ απέναντι, θυμωμένος με τη βροχή γιατί η Χ σε λίγο θα φανεί στην πόρτα και δεν μπορεί να περπατήσει μαζί της στην παραλία και να καθίσει στο παγκάκι λί­γο πέρα από τον Στρατηλάτη τη λίγη ώρα που της περισσεύει, βρέχει και νιώθει πάλι στο στόμα του τη γεύση του φιλιού της, νιώθει πάλι στο χέρι του τη ζέ­στη της να το τυλίγει καθώς ανάμεσα στο σκούρο γα­λάζιο πουλόβερ και στο ριγέ πουκάμισο αναζητάει ψηλαφητά τις πύλες που οδηγούν σε κρυμμένους πα­ραδείσους, νιώθει να τον πλημμυρίζει και πάλι η μυ­ρουδιά του κορμιού της, βρέχει και η μουσκεμένη ψυχή του αναζητάει την παρουσία της πλάι στο τζάκι, βρέχει και τα μικρά χαρούμενα μωράκια της αναπνο­ής της του έδειξαν το δρόμο και περπάτησε πάλι για το Στάδιο.......»

24 comments:

ΦΥΡΔΗΝ-ΜΙΓΔΗΝ said...

Με γύρισες πολύ πίσω:

"Όταν πηγαίναμε μαζί σχολείο
καθόσουνα στο διπλανό θρανίο
κι' όταν σου έδινα το βιβλίο,
μου 'λεγες σ' αγαπώ
Στης γειτονιάς το κοντινό παγκάκι
έπαιζες πάντα σα μικρο παιδάκι
κι όταν σου έδινα το χαρτάκι,
μου 'λεγες σ' αγαπώ
Μα τώρα αγάπη μου περάσαν χρόνια
δεν ηταν παρα μόνο μια εικόνα
που έχει μείνει μεσ΄την καρδιά μου...."
Πάνε περάσανε.......
Καλό σου βράδυ

Anonymous said...

Σας έχω προσθέσει εδώ και καιρό στο blogroll μου προφανώς γιατί κάποια στιγμή διάβασα κάτι που μου έκανε εντύπωση. Σήμερα επιβεβαίωσα την εμπιστοσύνη στο ένστικτο μου. Καλημέρα και καλώς σας βρήκα.

bebelac said...

Mυρίζει νοτισμένο χώμα, κίτρινα μικρά ανθάκια απ'αυτά που βγαίνουν έξω από τις καγκελόπορτες των κήπων, και μούρχεται κάτι σαν λυγμός... χαίρεται!

takis said...

Η αναφορά στον "πατέρα" πολύ δυνατή...
Οπως πάντα σταθερά καλός...no comments ...
ασε που θα συγκινήσεις όλες τις ευαίσθητες καρδιές πάλι...ήδη η Bebelac μούσκεψε...

Υ.Γ. Βέβαια εγω περιμένω πάντα ενα πιο χαμογελαστό κείμενο...δεν βιάζομαι όμως !

Τίποτα said...

Απνευστί...

fish eye said...

oυφφ..εγω θαθελα να βρεχει περισσοτερο,και την εκδρομη στην κερκυρα θαθελα..φαινεται πως ολοι εκει εκεινη την εποχη,και το φροντιστηριο στην πρ.νικολαου κατι μου θυμησε,κι αγαπες πολλες τοτε,ολοι ετσι,κι ο συμμαθητης,τρια θρανια μπροστα που εγινε οδοντιατρος και δε μ ερωτευτηκε ποτε ενω εγω πολυ..
δε θα πω ποσο μου αρεσε..το ειδες..

tyharpastos said...

@ Φύρδην - μίδγην περάσανε......

tyharpastos said...

@ vouts
Καλώς ήλατε. Χαίρομαι που για δέυτερη φορά κάτι που έγαψα σας άρεσε. Ελπίζω να έχω κι άλλη φορά τη χαρά της επίσκεψης σας.΄
Άλλωστε μου χρωστάτε άλλη μία ανιδιοτελη, αφού η δεύετερη σας πρόσφερε την επιβεβαίωση του ενστίκτου σας :-)

tyharpastos said...

@Τίποτα
Να υποθέσω ότι το σχόλιο σας σημαίνει για τον γράφοντα
"εμπνευστί";; :-)

tyharpastos said...

@
bebelac
αν είναι λυγμος αφηστε τον να βγεί στον κόσμο. Κανείς δεν έχασε από ένα λυγμό

tyharpastos said...

@φεγγαραγκαλιασμένη
Να αισθάνεσαι δικαιωμένη γιατί τιμωρήθηκε αντί να στέκεται με το στόμα ανοιχτό μπροστά σου προτίμησε να στέκεται μπροστά σε ανοιχτά στόματα και να ασχολείται με κούφια δόντια

tyharpastos said...

@Τάκη πράγματι ο πατέρας είναι η κεντρική αναφορά της ζωής του ήρωα του κειμένου έστω και με μικρή διαφορά.
Αν συγκινηθούν όλες θα μου χαλάσουν την οθόνη. Ελπίζω η bebelac να περιορίστηκε στον ένα λυγμό. Βέβαια εδώ η πολύ συγκίνηση δεν προσφέρει ιδιαιτερη χαρά στον τυχάρπαστο γιατί αν και τέτοιος ξερει ότι το θέμα ήταν εύκολο και η πρόκληση της συγκίνησης επίσης, μόνο που ο καθένας συγκινείται γιατί θυμάται το δικό του έρωτα κλπ κι όχι ότι τα παρασέρνει το κείμενο.
Να είσαι καλά και σ' ευχαριστώ,

John D. Carnessiotis "Asteroid" said...

Γύρισα απνευστί πίσω στην Θεσσαλονίκη του '75... τώρα πρέπει να κοντοσταθώ, να ξαναβρώ την αναπνοή μου πρώτα, για να πάρω τον δρόμο του γυρισμού στην Αθήνα και 30 χρόνια αργότερα...

tyharpastos said...
This comment has been removed by the author.
tyharpastos said...

@ asteroid
Μέσα είσαι! Η Θεσσαλονικη του 75 - 77 είναι ο χώρος του κειμένου. Τώρα..απλά 30 χρόνια αργότερα
:-)

Aurora* said...

Αν και λίγο νωρίτερα, και σε άλλη πόλη και γυναίκα, το κείμενο σας μου θύμησε πολλά.
Σας ευχαριστώ

takis said...

Μικρή ένσταση,
το κείμενο ειναι δυνατά συγκινησιακό από ΜΟΝΟ του,(εδώ φαίνεται και η αξία του)...δεν έχει ανάγκη από προσωπικές παραπομπές (άσχετο αν αναπόφευκτα γίνονται)....
Ετσι λειτουργεί σε μένα, εξάλλου τι σχέση έχω εγω με το 75...δεν θυμάμαι αν ειχα γεννηθεί τότε!...
(καλά μη κομπλάρετε , χα, χα, χα ...)

So_Far said...

Δεν με πήγες μόνο πίσω, με πήγες και στη 'μαγική πόλη' και στο μαγικό δρόμο που λέγεται Πρίγκιπος Νικολάου..
Να είσαι καλά !

So_Far said...

Α, δεν μπορώ θα το πω κι αυτό: Σεπτέμβρης - Οκτώβρης στις σχολές στο ΑΠΘ, οι πιο ωραίοι μήνες.. Τότε πο μαζευόμαστε όλοι από τις διακοπές και γέμιζε η πανεπιστημιούπολη. Να είναι άραγε ακόμα έτσι; Να ζουν άραγε οι φοιτητές αυτή την ομορφιά που μόνο η Σαλονίκη έχει αρχές του φθινοπώρου;
Ξέρεις τυχάρπαστε, αυτοί οι μήνες τα 5 χρόνια που ήμουν εκεί είναι ίσως η πιο ωραία ανάμνηση της ζωής μου..

tyharpastos said...

@So_far

Η Πρίγκηπος Νικολάου, Αλεξ. Σβώλου πια, σχεδόν στη συμβολή της με την Αγγελάκη, φιλοξενεί ένα από τα δυο αγαπημένα μου μπαράκια "Το Εμιγκρε". Αν κρίνω από τους φοιτητές που αρκετές φορές είδα να συνωστίζονται, φαντάζομαι ότι και τώρα βρίσκουν την ομορφιά που έχει η Σαλονίκη κι αρχές του Φθινοπώρου κι άλλες εποχές.
Δύσκολα βέβαια τα φοιτητικά χρόνια δεν συγκατελέγονται ανάμεσα στις ωραιότερες αναμνήσεις. Τα χρόνια της νιότης....

@Takis Θα κουραστώ να σ' ευχαριστώ. (Κοίταξε μη μ' ερωτευτείς γιατί δεν είμαι σαν το ήρωα της so_far στο τελευταίο ποστ και επιπλέον το έχω περάσει αυτότ ο στάδιο :-)

@aurora
:-)

Καλό Πάσχα σε όλους

So_Far said...

A, το 'Εμιγκρέ' δεν το ξέρω. Δεν πέρασα καθόλου από εκεί την τελευταία φορά που ήμουν Σαλονίκη. Θυμάμαι την τσαγερί 'Ζώγια' στην αρχή της Πρίγκιπος Νικολάου, τα δύο εστιατόρια το ένα επί της Πρίγκιπος Νικολάου , το άλλο στην κάθετο που κατέβαινε από το Πανεπιστήμιο και φυσικά τον περίφημο Θείο Βάνια στη γωνία που πηγαίναμε για πρωϊνό ανεφοδιασμό...
Την περιοχή βράδια δεν την προτιμούσα γιατί μου θύμιζε Πανεπιστήμιο. Κατέβαινα προς Καρόλου Ντηλ μεριά.

So_Far said...

Καλέ ο Ραούλ μόνο ερωτεύσιμος δεν είναι , όλα τα κακά της μοίρας του έχει...

tyharpastos said...

@so_far

Την επόμενη φορά που θα βρεθείτε να πάτε, είναι ακριβώς δίπλα στη "Ζώγια". Καλό όλη τη μέρα και μέχρι περασμένα μεσάνυχτα.
Οσο για το Ραούλ δεν έχει περισσότερα κακά απ' όσα ο καθένας γύρω μας, χώρια που έχει και τον τρόπο να αντιμετωπίζει μερικά απ' αυτά :-)

So_Far said...

Κατάλαβα πού είναι. Νόμιζα ότι είναι επί της Αγγελάκη. Λοιπόν, αν σας πω τί ακριβώς υπήρχε μπροστά στο πεζοδρόμιό του και πού οδηγούσε δεν θα με πιστέψετε!

Όσο για το Ραούλ, αφού τον έβγαλα ανθρώπινο εν αγνοία μου, μπράβο μου, τί να πω..